Κατ' άρθρο 436 ΑΚ, η ενοχή αποσβήνεται, αν με σύμβαση αντικατασταθεί, με τον σκοπό κατάργησης, με νέα ενοχή, η οποία περιλαμβάνει, είτε τα ίδια πρόσωπα, είτε άλλο οφειλέτη, είτε άλλο δανειστή. Κατά δε το άρθρο 437 ΑΚ, αν η παλαιά ενοχή είναι άκυρη, είναι άκυρη και η ανανέωση, εκτός αν προκύπτει απ αυτήν, ότι περιέχει επικύρωση της άκυρης ενοχής. Αν η παλαιά ενοχή είναι ακυρώσιμη, η ανανέωση ισχύει, εκτός αν ο οφειλέτης το αγνοούσε χωρίς υπαιτιότητά του, όταν έγινε η ανανέωση. 

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι με την σύμβαση ανανέωσης καταργείται το υπάρχον χρέος και αντικαθίσταται με νέο.

Προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σύμβασης ανανέωσης είναι η ύπαρξη στα συμβαλλόμενα μέρη σκοπού κατάργησης της υπάρχουσας ενοχής και σύστασης νέας, ο σκοπός δε αυτός δεν είναι ανάγκη να δηλώνεται ρητώς στην σύμβαση, αλλά να συνάγεται σαφώς. Τούτο συμβαίνει όταν, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ δανειστή και οφειλέτη, το υφιστάμενο χρέος αντικαθίσταται με άλλο, το δε παλαιό χρέος επιστρέφεται στον οφειλέτη. Από την θέση σε ισχύ της νέας ενοχής αυτομάτως επέρχεται απόσβεση της παλιάς ενοχής και δεν μπορεί να προβληθούν ενστάσεις από την παλιά ενοχική σχέση (ΑΠ 1375/2011).

Στην ανανέωση χρέους οι ασφάλειες της παλαιάς ενοχής (εγγυητές, ενέχυρα, υποθήκες) διατηρούνται υπέρ της νέας, μόνο εφ όσον συναίνεσε ο εγγυητής, ή ο κύριος του ενυπόθηκου, ή του πράγματος που έχει ενεχυρασθεί, οφειλέτης, ή τρίτος. Η συναίνεση αυτή, η οποία αποτελεί δήλωση βούλησης απευθυντέα προς το ένα, ή το άλλο, συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης ανανέωσης, με την οποία συμφωνείται η μετάθεση των ασφαλειών στη νέα ενοχή, πρέπει να περιβληθεί ανάλογα με την σχετική περίπτωση τον τύπο της εγγύησης, του ενεχύρου, ή της υποθήκης (ΑΠ 434/2000, ΑΠ 1399/2015).