Α. Ο καθ ου η διαταγή δικαιούται να ασκήσει ανακοπή ενώπιον του καθ ύλην αρμοδίου για την εκδίκαση της αγωγής απόδοσης του μισθίου δικαστηρίου, μέσα σε προθεσμία (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της διαταγής. Η ανακοπή εκδικάζεται ως μισθωτική διαφορά (642 ΚΠολΔ).

Β. Η ανακοπή κατά διαταγής απόδοσης μισθίου, λόγω καθυστέρησης  από δυστροπία καταβολής του μισθώματος, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του καθ ύλην και κατά τόπον αρμόδιου Δικαστηρίου και εκδικάζεται ως μισθωτική διαφορά με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 642, 632, 638 έως 645, 624, 626 παρ. 2 και 3, 630 στοιχ. γ, δ και ε και 634 ΚΠολΔ)

Γ. Με την ανακοπή προβάλλονται, είτε λόγοι κατά του κύρους της διαταγής για έλλειψη διαδικαστικής προϋποθέσεως, είτε ουσιαστικοί λόγοι.

Δ. Στη δίκη της ανακοπής, δεν επανεκδικάζεται η υπόθεση καθολικά, αλλά μόνο στο μέτρο των προβαλλόμενων λόγων ανακοπής. Οι λόγοι αυτοί, σε συνδυασμό με το αίτημα της ανακοπής, προσδιορίζουν την έκταση της εκκρεμοδικίας που επέρχεται με την άσκηση της ανακοπής και αναγκαίως οριοθετούν το αντικείμενο της δίκης της ανακοπής.

Ε. Κατά των λόγων της ανακοπής, εκείνος κατά του οποίου στρέφεται, μπορεί να αμυνθεί, είτε αρνούμενος αυτούς, είτε με την προβολή αντενστάσεων κατ` αυτών.

ΣΤ. Εάν ο λόγος της ανακοπής είναι τυπικός, όπως συμβαίνει με αυτόν της μη έγγραφης αποδείξεως, τότε αντικείμενο της δίκης της ανακοπής και, κατά συνέπεια, της επ` αυτής δικαιοδοτικής κρίσεως του Δικαστηρίου, δεν καθίσταται και το ζήτημα της υπάρξεως ή μη της απαιτήσεως, για την οποία εκδόθηκε η Διαταγή, αφού με μόνη την διαπίστωση της βασιμότητας του τυπικού αυτού λόγου της ανακοπής, γίνεται δεκτό το αίτημα και ακυρώνεται, άνευ ετέρου, η διαταγή (ΜΠρΘεσ 14381/2017 ).