Η δυνατότητα διεύρυνσης με την ασφαλιστική σύμβαση των περιπτώσεων απαλλαγής του ασφαλιστή, αν ο ασφαλισμένος ή ο λήπτης της ασφάλισης ενεργούν για την «ασφάλιση επαγγελματικών κινδύνων», ρυθμίζεται από την διάταξη του άρθρου 33 παρ. 1 του ν. 2496/1997, κατά την οποία, κάθε δικαιοπραξία που περιορίζει τα δικαιώματα του λήπτη της ασφάλισης, του ασφαλισμένου ή του δικαιούχου του ασφαλίσματος είναι άκυρη, εκτός αν ορίζεται κάτι άλλο ειδικά στον παρόντα νόμο ή αν πρόκειται για ασφάλιση μεταφοράς πραγμάτων, πίστωσης ή εγγύησης, καθώς και θαλάσσια ή αεροπορική ασφάλιση ζημιών.

Α. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι το σύνολο των διατάξεων του ν. 2496/1997 αποτελούν ρυθμίσεις «ημιαναγκαστικού» κατ’ αρχήν δικαίου, με την έννοια ότι, αν δεν ορίζεται κάτι άλλο ειδικά στο νόμο αυτό, δεν μπορούν να περιοριστούν με την ασφαλιστική σύμβαση τα δικαιώματα των καλυπτόμενων προσώπων, παρά μόνο να διευρυνθούν, εκδηλώνοντας έτσι ο νόμος προστατευτική παρέμβαση προς το ασθενέστερο στη σύμβαση ασφάλισης μέρος, που είναι κατά κανόνα ο ασφαλισμένος, εν όψει του ότι ελλείπει η διαπραγματευτική ισοδυναμία των μερών, με κίνδυνο η παρεχομένη ασφαλιστική κάλυψη να φαλκιδευτεί, μέσω της ασκούμενης υπό άνισους όρους συμβατικής ελευθερίας (ΟλΑΠ 14/2013)

Β. Αντίθετα, στις περιπτώσεις της ασφαλιστικής κάλυψης επαγγελματικών κινδύνων, δηλαδή κινδύνων από την επαγγελματική δραστηριότητα του ασφαλισμένου, ή του λήπτη της ασφάλισης, δεν είναι αναγκαία εξ ορισμού η ως άνω προστατευτική παρέμβαση του νομοθέτη και μπορούν κατά περίπτωση να διαμορφωθούν ελεύθερα οι όροι των ασφαλιστικών συμβάσεων, όταν μεταξύ των μερών μπορεί να λειτουργήσει η ιδιωτική αυτονομία με όρους διαπραγματευτικής ισοδυναμίας.

Γ. Ο νόμος 2496/1997 δεν έχει επιτρέψει την ελεύθερη διαμόρφωση των όρων της ασφαλιστικής σύμβασης σε κάθε περίπτωση ασφάλισης επαγγελματικών κινδύνων, αλλά μόνο σε όσες περιπτώσεις, είτε ειδικά αναφέρονται στην διάταξη του άρθρου 33 παρ. 1 του ν. 2496/1997, δηλαδή αφορούν ασφάλιση μεταφοράς πραγμάτων, πίστωσης ή εγγύησης, θαλάσσια και αεροπορική ασφάλιση ζημιών, είτε γίνεται με την διάταξη αυτή παραπομπή σε άλλες διατάξεις του ίδιου νόμου, υπό την έννοια ότι, ναι μεν δεν κατονομάζονται ρητά στην εν λόγω διάταξη, καλύπτονται, όμως, από την περιεχόμενη σε αυτή γενική επιφύλαξη, ότι τα δικαιώματα του λήπτη της ασφάλισης, του ασφαλισμένου ή του δικαιούχου του ασφαλίσματος δεν επιτρέπεται να περιοριστούν συμβατικά, εκτός αν κάτι άλλο ειδικά ορίζεται στο ν. 2496/1997.

Δ. Τέτοια ειδική ρύθμιση είναι αυτή της παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 2496/1997, σύμφωνα με την οποία «Με την ασφαλιστική σύμβαση μπορεί να διευρυνθούν οι περιπτώσεις απαλλαγής του ασφαλιστή, αν ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος ενεργούν στην ασφάλιση για κάλυψη επαγγελματικών κινδύνων». Η ρύθμιση αυτή έχει ευρεία διατύπωση, και αφορά ποικίλες απαλλακτικές ρήτρες για όλα τα είδη των ασφαλιστικά καλυπτόμενων ζημιών (ΟλΑΠ 18/2015, ΟλΑΠ 19/2015, ΟλΑΠ 14/2013, ΑΠ 854/2014).