Α. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές δεοντολογικής συμπεριφοράς του Ν. 4583/2018, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές (πράκτορες/μεσίτες) κατά την άσκηση της δραστηριότητάς τους, ενεργούν πάντοτε με έντιμο, αμερόληπτο και επαγγελματικό τρόπο και με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων του πελάτη. Επεξηγούν στον πελάτη τους όρους των ασφαλιστικών συμβάσεων που προτείνει, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πελάτη και διασφαλίζει ότι η πληροφόρηση που λαμβάνει ο πελάτης είναι έγκαιρη, πλήρης, ορθή, επαρκής και κατάλληλη. Επισημαίνει στον πελάτη τις συνέπειες της πρόωρης διακοπής ή ακύρωσης ή εξαγοράς του ασφαλιστηρίου συμβολαίου του, καθώς και κάθε εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη. Ενημερώνουν τον πελάτη για την υποχρέωσή του να προκαταβάλλει το ασφάλιστρο και για τις συνέπειες της μη έγκαιρης καταβολής του οφειλόμενου ασφαλίστρου. Ενημερώνουν τον πελάτη για τα δικαιώματα εναντίωσης, υπαναχώρησης και καταγγελίας του συμβολαίου του και του χορηγεί τα σχετικά έντυπα με απόδειξη παραλαβής. Ενημερώνουν τον πελάτη, όταν παύσει να ασκεί την δραστηριότητα διαμεσολάβησης. Προωθούν μόνο προϊόντα ασφαλιστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται νόμιμα στην Ελλάδα.

Β. Απαγορεύεται να χρησιμοποούν μεθόδους αθέμιτου ανταγωνισμού, καθώς και αθέμιτες, παράνομες ή παραπλανητικές πράξεις και πρακτικές. Απαγορεύεται να α) να παρουσιάζούν παραπλανητικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο ως προς το ισχύον τιμολόγιο και τους όρους της ασφαλιστικής σύμβασης, β) να υπόσχονται στον πελάτη καλύψεις που δεν περιλαμβάνονται στο ασφαλιστικό προϊόν που προωθεί, ή να αποκρύπτει κινδύνους που φέρει ο πελάτης ή/και κόστος που τον επιβαρύνει, γ) να δημιουργούν,  αναπαράγουν και διαδίδουν δηλώσεις και φήμες που δεν στηρίζονται σε επίσημα δημοσιοποιημένα στοιχεία και που γίνονται ενσυνείδητα και αφορούν την οικονομική κατάσταση ή/και την κατάρτιση και την εν γένει ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται από άλλους διανομείς, ή άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις, δ) να προσφέρουν εκπτώσεις ή ειδικά ευεργετήματα με στόχο τη σύναψη ασφαλιστήριου συμβολαίου, ε) να  διαφημίζουν εκπτώσεις, ωφελήματα ή και παροχές, που δεν ανταποκρίνονται στα ισχύοντα τιμολόγια και όρους των ασφαλιστικών συμβολαίων, στ) να διακρίνουν μεταξύ πελατών που έχουν τις ίδιες προϋποθέσεις ασφάλισης, ζ) να παραποιουν, αλλοιώνουν και με οποιονδήποτε τρόπο παρεμβαίνουν στη μορφή ή στο περιεχόμενο των εγγράφων, που αφορούν την ασφαλιστική σύμβαση, όπως αιτήσεων, ασφαλιστηρίων συμβολαίων και αποδείξεων είσπραξης ασφαλίστρου, η) να εισπράττουν ασφάλιστρο, χωρίς να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για τη σύναψη σύμβασης ασφάλισης, θ) να παραδίδουν στον πελάτη μη γνήσιο ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

Γ. Απαγορεύεται να προβούν σε εμπορική συμφωνία, ή συνεργασία, από την οποία να απορρέει αμοιβή, πωλησιακός στόχος, ή οικονομικό όφελός του υπό οποιαδήποτε μορφή, που θα αποτελούσε κίνητρο για τον ίδιο, ή τους υπαλλήλους του, να συστήσει ένα συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν σε πελάτη, ενώ θα μπορούσε να προσφέρε διαφορετικό ασφαλιστικό προϊόν, το οποίο θα ικανοποιούσε καλύτερα τις ανάγκες του πελάτη.

Δ. Υποχρεούνται να αναρτούν σε εμφανές σημείο στο γραφείο των υπαλλήλων των, που συμμετέχουν άμεσα στις δραστηριότητες διανομής, πινακίδα με τα στοιχεία των υπαλλήλων αυτών, που θα αναγράφει ότι οι εν λόγω υπάλληλοι κατέχουν τα απαραίτητα προσόντα για την διαμεσολάβηση στη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων.

Ε. Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί εγκαίρως πριν από τη σύναψη της  ασφαλιστικής σύμβασης με σαφήνεια και ακρίβεια, γραπτώς ή με άλλο σταθερό μέσο, ή μέσω ιστότοπου, τις εξής πληροφορίες προς τον πελάτη, α) την ταυτότητά του, τη διεύθυνσή του, το γεγονός ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής και την κατηγορία στην οποία είναι εγγεγραμμένος, β) τον αριθμό ειδικού μητρώου στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και το διαδικτυακό σύνδεσμο προς το Ενιαίο Σημείο Πληροφόρησης, ώστε ο πελάτης να είναι σε θέση να εξακριβώσει την εγγραφή του, γ) ότι παρέχει συμβουλή για τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα, δ) την διαδικασία «καταγγελίας» (άρθρο 10), η οποία επιτρέπει στον πελάτη και άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν καταγγελίες για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ως και τις διαδικασίες της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών (άρθρο 11), ε) αν ο διαμεσολαβητής εκπροσωπεί τον πελάτη, ή αν ενεργεί για λογαριασμό και στο όνομα της ασφαλιστικής επιχείρησης, στ) αν επιτρέπεται να προωθεί επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, ζ) αν του έχει δοθεί από την ασφαλιστική επιχείρηση εντολή είσπραξης ασφαλίστρων από τον πελάτη για λογαριασμό της.

ΣΤ. Πριν από την σύναψη σύμβασης ασφάλισης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής προβαίνει στα εξής, α) προσδιορίζει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη, βάσει των πληροφοριών που του παρέχει ο πελάτης (Το προτεινόμενο ασφαλιστικό προϊόν και κάθε προτεινόμενη ασφαλιστική σύμβαση πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη), β) επεξηγεί στον πελάτη τα χαρακτηριστικά του ασφαλιστικού προϊόντος με τρόπο αντικειμενικό και κατανοητό, που του επιτρέπει να επιλέξει ασφαλιστικό προϊόν και να αποφασίσει για τη σύναψη της σύμβασης ασφάλισης, αφού έχει επαρκώς ενημερωθεί για τις ασφαλιστικές καλύψεις και για τα εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ειδικά κατά τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων των κλάδων ασφάλισης κατά ζημιών (παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4364/2016) παραδίδει στον πελάτη, σε χαρτί ή σε άλλο σταθερό μέσο, το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, που έχει συντάξει η ασφαλιστική επιχείρηση.

Ζ. Η ασφαλιστική επιχείρηση διαθέτει το έγγραφο αίτησης ασφάλισης στον διαμεσολαβητή. Πριν από τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης ο διαμεσολαβητής συμπληρώνει την αίτηση ασφάλισης, βάσει των στοιχείων που του παρέχει ο πελάτης, λαμβάνει την υπογραφή του πελάτη επ' αυτής και παραδίδει, το μεν πρωτότυπο στην ασφαλιστική επιχείρηση (που αναλαμβάνει τον κίνδυνο), το δε αντίγραφό της στον πελάτη.

Η. Αν ο διαμεσολαβητής έχει το δικαίωμα από την ασφαλιστική εταιρεία είσπραξης των ασφαλίστρων από τον πελάτη, και εφ όσον η καταβολή των ασφαλίστρων δεν αποδεικνύεται από άλλα ισοδύναμα μέσα, όπως καταθετήρια σε τραπεζικό λογαριασμό και αποδεικτικά πληρωμής στα ΕΛ.ΤΑ., παραδίδει στον πελάτη, α) νόμιμη απόδειξη είσπραξης ασφαλίστρων που εξέδωσε η ασφαλιστική επιχείρηση, β) ή υπογεγραμμένη απόδειξη που εξέδωσε ο ίδιος, με υποχρεωτική ένδειξη, ημερομηνίας έκδοσης της απόδειξης και είσπραξης των ασφαλίστρων, τα πλήρη φορολογικά και επαγγελματικά στοιχεία του, την επωνυμία της ασφαλιστικής επιχείρησης για λογαριασμό της οποίας εισπράττει τα ασφάλιστρα, τα πλήρη στοιχεία εξατομίκευσης του πελάτη, τα καταβληθέντα από τον πελάτη ασφάλιστρα, καθώς και σύντομη περιγραφή της ασφάλισης για την οποία καταβλήθηκαν τα ασφάλιστρα. Οι παραπάνω αποδείξεις είναι τριπλότυπες, ένα αντίγραφο παραδίδεται στον πελάτη, το δεύτερο στην ασφαλιστική, και το τρίτο τηρείται σε αρχείο από τον διαμεσολαβητή. Το αρχείο μπορεί να τηρείται και σε ηλεκτρονική μορφή. Απαγορεύεται η εξουσιοδότηση για την είσπραξη ασφαλίστρων από τον διαμεσολαβητή σε οποιονδήποτε τρίτο χωρίς τη γραπτή συναίνεση της ασφαλιστικής επιχείρησης, για λογαριασμό της οποίας ενεργείται η είσπραξη.

Θ. Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί εγκαίρως πριν από τη σύναψη της  ασφαλιστικής σύμβασης επιπροσθέτως και τις εξής πληροφορίες, α) αν κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε ασφαλιστική επιχείρηση που να φθάνει ή να υπερβαίνει ποσοστό (10%) των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου της, β) αν ασφαλιστική επιχείρηση ή μητρική ασφαλιστικής επιχείρησης κατέχει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή που να φθάνει ή να υπερβαίνει ποσοστό (10%) των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, γ) αν διανέμει προϊόντα μίας ασφαλιστικής επιχείρησης, την αποκλειστικότητα της συνεργασίας και την επωνυμία της ασφαλιστικής επιχείρησης, δ) αν  διανέμει προϊόντα σε  περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και τα προϊόντα τους, που διανέμει, δ) Τη φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης, όπως δα) αν η αμοιβή του καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη, δβ) αν παίρνει προμήθεια κάθε είδους και συμπεριλαμβάνεται στο ασφάλιστρο και δγ) αν παίρνει άλλου τύπου αμοιβής, ή οικονομικού οφέλους