Η προσημείωση υποθήκης είναι εγγραφή υποθήκης υπό αναβλητική αίρεση, δηλαδή υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης (άρθρα 1274, 1276, 1277 ΑΚ και 1007 ΚΠολΔ. Μετά την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης που ασφαλίζεται με την προσημείωση υποθήκης, και μέσα σε ενενήντα ημέρες από την τελεσίδικη απόφαση, η  προσημείωση υποθήκης τρέπεται σε υποθήκη, ανατρέχει δε στο χρόνο εγγραφής της προσημείωσης και θεωρείται σαν να έχει έκτοτε εγγραφεί.

Η τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη προϋποθέτει ότι υπάρχει ταυτότητα μεταξύ της απαίτησης που έχει ασφαλιστεί με την προσημείωση και εκείνης που επιδικάζεται τελεσίδικα με δικαστική απόφαση, με την επιφύλαξη της ενιαίας προσημείωσης, εκείνης δηλαδή που εγγράφεται για την εξασφάλιση περισσότερων αυτοτελών απαιτήσεων του αυτού δανειστή κατά του αυτού οφειλέτη.

Σημείωση 1

Για την τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη, ο δανειστής, που ζητά από το αρμόδιο υποθηκοφυλακείο την τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη,  πρέπει να επισυνάψει στην αίτησή του επίσημο αντίγραφο της δικαστικής απόφασης, μέσα σε προθεσμία 90 ημερών από την τελεσιδικία της απόφασης που επιδικάζει την απαίτηση. Αν η σχετική σημείωση στο βιβλίο υποθηκών γίνει μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας, συνιστάται μεν υποθήκη με βάση την δικαστική απόφαση, η υποθήκη, όμως, αποκτά την τάξη που αντιστοιχεί στην ημέρα εγγραφής της και όχι στην ημέρα της προσημείωσης. Η προσημείωση έχει αποσβεστεί λόγω της παρόδου της προθεσμίας των 90 ημερών.

Σημείωση 2

Η προθεσμία των 90 ημερών είναι αποκλειστική και αναστέλλεται, εφ όσον ο δανειστής για λόγους ανωτέρας βίας δεν μπόρεσε να προβεί στην σχετική σημείωση στο βιβλίο υποθηκών, όπως είναι το γεγονός της απόκτησης επισήμου αντιγράφου της απόφασης

Σημείωση 3

Αν η προσημείωση έχει εγγραφεί με βάση διαταγή πληρωμής, για την τροπή της σε υποθήκη πρέπει να παρέλθει η προθεσμία άσκησης ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής,  ή η ασκηθείσα ανακοπή να έχει απορριφθεί τελεσίδικα και να γίνει η σημείωση στο βιβλίο υποθηκών μέσα στην προθεσμία των 90 ημερών.

Σημείωση 4

Αν υφίσταται ενιαία προσημείωση υποθήκης για την εξασφάλιση δύο απαιτήσεων του αυτού δανειστή κατά του αυτού οφειλέτη λόγου χάρη από το κατάλοιπο δύο αλληλόχρεων λογαριασμών και επιδικαστεί τελεσίδικα η μία απαίτηση, με βάση δε αυτή τραπεί η προσημείωση σε υποθήκη, τότε η τελευταία καλύπτει με το προνόμιό της και την δεύτερη απαίτηση, για την οποία έλαβε χώρα τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης. Η προσημείωση δε που ήδη τράπηκε σε υποθήκη, αν επιδικαστεί τελεσίδικα και η δεύτερη απαίτηση, δεν μπορεί ούτε να τραπεί εκ νέου σε υποθήκη, αν ήδη έχει πληρωθεί η αναβλητική αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης που αφορά την πρώτη απαίτηση, ούτε να θεωρηθεί αποσβεσθείσα κατά την ΑΚ 1323 εδ. β, αφού το τελευταίο αυτό συμβαίνει μόνο αν η προσημείωση δεν έχει τραπεί σε υποθήκη. Επομένως, στην περίπτωση της «ενιαίας προσημείωσης», αν ο δανειστής τρέψει αυτή σε υποθήκη με την τελεσίδικη επιδίκαση της μιας απαίτησης, έχει δικαίωμα να αναγγελθεί για την άλλη απαίτησή του και να επικαλεστεί το προνόμιο της ενιαίας πλέον υποθήκης, χωρίς να μπορεί να του αντιταχθεί ότι δεν υπάρχει ταυτότητα της αναγγελλόμενης απαίτησης με την τελεσιδίκως επιδικασθείσα, με βάση την οποία τράπηκε η προσημείωση σε υποθήκη, ή ότι αποσβέστηκε η προσημείωσή του, κατά την ΑΚ 1323 εδ. β. Και τούτο, γιατί η υποθήκη αυτή καλύπτει με το προνόμιό της και την δεύτερη απαίτηση, για την οποία πάντως έλαβε χώρα τελεσίδικη επιδίκαση απαίτησης (ΑΠ 1330/2006).